Ιστολόγιο

Στο παρόν ιστολόγιο δημοσιεύονται άρθρα και δικαστικές αποφάσεις τον οποίων η επιλογή στηρίχθηκε στην ιδιαιτερότητα των υποθέσεων που έκριναν και στο νομικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν


Σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων 679/2016, ως προς την δημοσίευση των δικαστικών αποφάσεων ακολουθείται η πρακτική της ανωνυμοποίησης των στοιχείων των φυσικών προσώπων (ονοματεπώνυμα, διευθύνσεις, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο θα μπορούσε εμμέσως να προκύψει η ταυτότητα των φυσικών προσώπων) πλην των στοιχείων που αφορούν στα πρόσωπα των πληρεξουσίων δικηγόρων (βλ. σχετικά τις αποφάσεις με αρ. 1319/2000, 43/2009 της Aρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και τη γνωμοδότηση με αρ. 2/2006).

Αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης κατ’ άρθρο 479 ΑΚ


Η με αρ. 840/2019 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου έκρινε επί ανακοπής κατά αναγκαστικής κατάσχεσης που είχε επιβληθεί σε εταιρεία, δυνάμει χρηματικού καταλόγου που είχε βεβαιωθεί σε βάρος άλλης εταιρείας, της οποίας αυτόνομος και ανεξάρτητος κλάδος είχε (πριν την έκδοση του χρηματικού καταλόγου) συγχωνευτεί με απορρόφηση από την καθής εταιρεία. Στην τελευταία κοινοποιήθηκε μετά την συγχώνευση υπό την ιδιότητά της ως (δήθεν) οιονεί καθολικής διαδόχου της πρώτης εταιρείας ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι ενόψει του ότι ο οικείος χρηματικός κατάλογος εκδόθηκε το 1999 και ότι δεν προκύπτει η σύνταξη αντίστοιχης καταλογιστικής πράξης σε προγενέστερο της σύναψης της σύμβασης μεταβίβασης (συγχώνευσης) χρόνο (1990), δεν αποδεικνύεται ότι ο νομικός λόγος γένεσης του επίδικου χρέους ανάγεται στον παραπάνω χρόνο και ότι, ως εκ τούτου, αυτό μεταβιβάστηκε στην ανακόπτουσα δυνάμει του άρθρου 479 ΑΚ.

Για την ορθότητα της δικανικής αυτή κρίσης χρήσιμη είναι η επισκόπηση των κρίσιμων νομικών διατάξεων σε περίπτωση συγχώνευσης εταιρειών με απόσχιση κλάδου και η συνεπεία αυτής εφαρμογή του άρθρου 479 ΑΚ. Σύμφωνα με το άρθρο 68 του ν. 2190/1920 : «1. Η συγχώνευση των ανωνύµων εταιρειών γίνεται είτε µε απορρόφηση, είτε µε σύσταση νέας εταιρείας. 2. Συγχώνευση µε απορρόφηση είναι πράξη µε την οποία µία ή περισσότερες ανώνυµες εταιρείες (απορροφούµενες), οι οποίες λύονται χωρίς να ακολουθήσει εκκαθάριση, µεταβιβάζουν σε άλλη υφιστάµενη ανώνυµη εταιρεία (απορροφούσα) το σύνολο της περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό) έναντι απόδοσης στους µετόχους των µετοχών εκδιδόμενων από την απορροφούσα εταιρεία …». Από την καταχώρηση στο Μητρώο Ανωνύµων Εταιρειών (Μ.Α.Ε) της εγκριτικής απόφασης της συγχώνευσης, επέρχονται αυτοδίκαια χωρίς καµία άλλη διατύπωση τόσο για τις συγχωνευόµενες εταιρείες όσο και έναντι τρίτων τα ακόλουθα αποτελέσµατα : α) η απορροφούσα εταιρεία υποκαθίσταται σε όλα γενικά τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις της ή των απορροφούµενων εταιρειών και η µεταβίβαση αυτή εξοµοιώνεται µε καθολική διαδοχή, o β) οι µέτοχοι των απορροφούµενων εταιρειών γίνονται µέτοχοι της απορροφούσας εταιρείας, o γ) η απορροφούµενη εταιρεία παύει να υπάρχει.

Περαιτέρω, η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 του ν.δ. 1297/72 «απόσπαση» ή «απόσχιση» βιομηχανικού κλάδου πολυκλαδικής επιχειρήσεως και η εισφορά του σε λειτουργούσα ή το πρώτο συνιστώμενη ανώνυμη βιομηχανική εταιρεία διαφέρει ουσιωδώς από τη διάσπαση με απορρόφηση ή σύσταση νέας ανώνυμης εταιρείας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 81 επ. του ν. 2190/1920, δεδομένου ότι η τελευταία έχει ως αποτέλεσμα ότι η διασπώμενη ανώνυμη εταιρεία λύεται, χωρίς εκκαθάριση, η δε περιουσία της, ως σύνολο ενεργητικού και παθητικού, μεταβιβάζεται, με καθολική διαδοχή, σε άλλη ανώνυμη εταιρεία. Αντιθέτως στην απόσπαση η ανώνυμη εταιρεία από την οποία γίνεται η απόσπαση ή απόσχιση του βιομηχανικού ή επιχειρηματικού κλάδου ή τμήματος, με ταυτόχρονη μεταβίβαση στοιχείων του ενεργητικού και όχι της περιουσίας ως συνόλου (ενεργητικό και παθητικό) δεν συνεπάγεται την λύση της εισφέρουσας εταιρείας, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται και να βρίσκεται σε παραγωγική δραστηριότητα, η δε μεταβίβαση του κλάδου αυτού χωρεί σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες της ειδικής διαδοχής (ΑΠ 1533/1997, ΕλλΔ/νη 1998, 362, ΑΠ 736/2002, ΕΕΝ 2003, 495, ΑΠ 1154/1998, ΕλλΔ/νη 1998, 1572, ΠΠρΑθ 4678/2011 ΝΟΜΟΣ) και δεν συνεπάγεται καθολική ή οιονεί καθολική διαδοχή της εισφέρουσας εταιρείας, όσον αφορά στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τον εισφερόμενο κλάδο ή τμήμα (ΠΠρΑθ 6439/2013 Αρμ 2014, 761, Αντωνόπουλος Δίκαιο Α.Ε. και Ε.Π.Ε. § 15 VII αρ. 24 σελ. 118). Μάλιστα, το διαφιλονικούμενο στο παρελθόν ζήτημα για το αν στην απόσχιση βρίσκουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 81-89 του ν. 2190/1920 που αναφέρονται στη διάσπαση, έλυσε ο ν. 2166/1993 στο άρθρο 4 § 3 του οποίου ορίζεται ρητά πλέον ότι στην απόσχιση, όπως αυτή ορίστηκε ανωτέρω δεν βρίσκουν εφαρμογή τα άρθρα 81-89 του ν. 2190/1920 (βλ. ΑΠ 736/2002, ΕΕΝ 2003, 495, ΑΠ 1154/1998, ΕλλΔνη 1998, 1572, - Β.Γ. Αντωνόπουλου, Δίκαιο Α.Ε. & Ε.Π.Ε., 2008, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, σελ. 128-129, Ε, Περάκη, Το Δίκαιο της Α.Ε, κατ’ άρθρο ερμηνεία του κ.ν. 2190/1920, άρθρα 36-143, Π Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ, 2229 & 2336-2338). Επομένως στην τελευταία αυτή περίπτωση της “αποσπάσεως” για την προστασία των δανειστών της εταιρείας, από την οποία γίνεται η απόσπαση, έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 παρ.1 AK (AΠ 1154/1998 ΕλλΔνη 1998, 1572)

Με βάση τα ανωτέρω, στην απόσχιση κλάδου εταιρείας και εισφοράς αυτού σε λειτουργούσα εταιρεία δεν συντρέχει περίπτωση καθολικής διαδοχής, δεδοµένου ότι η εισφέρουσα τον κλάδο εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται, ενώ η εισφορά – µεταβίβαση του κλάδου αυτού χωρεί σύµφωνα µε τους κοινούς κανόνες της ειδικής διαδοχής (βλ. ενδ. ΣτΕ 622/2010, Ελ Συν/Κλ.Ε/361/2010, Γνµδ. ΝΣΚ 479/2008). Συνεπώς, η απορροφούσα καθής η κατάσχεση εταιρεία κατέστη ειδική διάδοχος της εταιρείας αρχικής εταιρείας, και όχι καθολική διάδοχος αυτής, όπως συμβαίνει στις υπόλοιπες μορφές μετασχηματισμού εταιρειών που προβλέπονται από τον κ.ν. 2190/1920 και συγκεκριμένα στις περιπτώσεις της συγχώνευσης και της διάσπασης, όπου οι απορροφούσες και επωφελούμενες αντιστοίχως εταιρείες υπεισέρχονται ως οιονεί καθολικοί διάδοχοι στη θέση των απορροφούμενων ή διασπώμενων εταιρειών συνεχίζοντας τις εκκρεμείς δίκες (βλ. άρθρα 75 § 2 και 85 § 2 του κ.ν. 2190/1920).

Ενόψει τούτων, για να προκύψει ευθύνη της καθής η κατάσχεση εταιρείας κατά την διάταξη του άρθρου 479 ΑΚ θα έπρεπε, προηγουμένως, η Δ.Ο.Υ. να διαπιστώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου 479 ΑΚ, δηλαδή, τη μεταβίβαση της περιουσίας ή επιχειρήσεως από την αρχική εταιρεία στην καθής εταιρεία, καθώς και το ύψος της αξίας των μεταβιβασθέντων στοιχείων, ώστε να καθίσταται επακριβής η ύπαρξη και το ύψος της ευθύνης της τελευταίας.

Στην προκείμενη δε περίπτωση, που η καταλογιστική πράξη εκδόθηκε εις βάρος της αρχικής εταιρείας, την διαπίστωση αυτή θα έπρεπε να περιέχει η εις βάρος της καθής η κατάσχεση εταιρείας εκδοθείσα ατομική ειδοποίηση [η οποία όταν αποστέλλεται σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο είναι κατά νόμο αλληλεγγύως υπεύθυνο με τον οφειλέτη για την εξόφληση του χρέους, χωρίς να προηγηθεί ταμειακή βεβαίωση σε βάρος του, έχει, κατ’ εξαίρεση, εκτελεστό χαρακτήρα, βλ. ΔΠρΠειρ 1366/2009 ΝΟΜΟΣ, πρβλ. ΣτΕ 1639 - 1644/2003, 3219/2003, 499/2004, ΔΠρΠειρ. 1981/2007 • με την ατομική ειδοποίηση θεωρείται συμπροσβαλλόμενη και η εκδοθείσα σε βάρος του αρχικού οφειλέτη ταμειακή βεβαίωση (βλ. ΣτΕ 4411/2011, 237/2008, 2999/2006) ο δε τρίτος δικαιούται να προβάλει λόγους αναγόμενους στο κατ’ ουσίαν βάσιμο της απαιτήσεως του Δημοσίου]. Τούτο δε διότι, για ν’ αποκτήσει η καθής εταιρεία την, κατ’ άρθρο 36 παρ. 2 του ΚΕΔΕ, ιδιότητα του «οφειλέτη», θα έπρεπε να διαπιστωθεί από την αρμόδια αρχή, και η ευθύνη της απέναντι στο Ελληνικό Δημόσιο μέχρι της αξίας των μεταβιβασθέντων από την αρχική εταιρεία στοιχείων, για τα χρέη της πρώτης στο Ελληνικό Δημόσιο. Στην προκείμενη, όμως, περίπτωση, το Ελληνικό Δημόσιο προέβη στη διαπίστωση ότι η καθής εταιρεία ευθύνεται για οφειλές της αρχικής εταιρείας, χωρίς, πάντως, να στηρίξει την ευθύνη αυτή στο άρθρο 479 ΑΚ και χωρίς, περαιτέρω, να προσδιορίσει την έκταση της ευθύνης αυτής, σε συνάρτηση με την αξία των μεταβιβασθέντων από την αρχική εταιρεία (ad hoc ΣτΕ 3219/2003 ΝΟΜΟΣ). Την έλλειψη αυτή της αιτιολογίας των προσβαλλόμενων πράξεων δεν έχει την εξουσία κατά το νόμο να συμπληρώσει η δικαστική αρχή αλλά πρέπει, κατ’ αυτεπάγγελτο έλεγχο, να ακυρώσει την προσβληθείσα με την ανακοπή πράξη, ως νομικώς πλημμελή.

Διαβάστε ολόκληρη την απόφαση